Περσέας και Μέδουσα

Η Μέδουσα ήταν μια από τις τρεις Γοργόνες, η μόνη θνητή. Ο Ησίοδος λέει ότι «κατοικούσαν πέρα από τον ξακουσμένο Ωκεανό (στην άκρη της Νύχτας, εκεί που ζουν οι Εσπερίδες)», ενώ ο Όμηρος μιλά μόνο για την Γοργώ (τη Μέδουσα). Είχε όψη αποκρουστική, με φίδια αντί για μαλλιά, δόντια αγριογούρουνου, χάλκινα χέρια και χρυσά φτερά. Και, κυρίως, απολίθωνε όποιον τολμούσε να την κοιτάξει.

Ο Περσέας βρέθηκε στριμωγμένος άγρια: Ούτε πού να ψάξει να τη βρει δεν καλοήξερε. Κι αν ακόμα την έβρισκε, κινδύνευε να απολιθωθεί και μόνο που θα την αντίκριζε. Και, για να την πλησιάσει, χρειαζόταν σύνεργα που δεν είχε: την κυνή, την κίβιση και τα φτερωτά πέδιλα. Κυνή ήταν το μαγικό κράνος του Άδη, που έκανε αόρατο, όποιον το φορούσε. Κίβιση ήταν το μοναδικό μαγικό τσουβάλι μέσα στο οποίο μπορούσε να φυλαχτεί το κεφάλι της Μέδουσας, αν υποτεθεί ότι θα της το έκοβε. Και βέβαια, τα φτερωτά πέδιλα τα χρειαζόταν για να μην πατά στη γη τη στιγμή που θα την πλησίαζε. Όλα τα σύνεργα τα είχαν οι νύμφες αλλά τον δρόμο που οδηγούσε σ’ αυτές τον ήξεραν μόνο οι Γερόντισσες, αυτές που διέθεταν ένα μάτι και ένα δόντι και το χρησιμοποιούσαν εκ περιτροπής.

Για καλή τύχη του ήρωα, ο Ερμής και η Αθηνά τον οδήγησαν στα μέρη όπου ζούσαν οι τρεις Γερόντισσες. Απέμενε στον ίδιο να τις πείσει να τον βοηθήσουν. Εκείνες αρνιόντουσαν αλλά ο Περσέας κατάφερε να τους κλέψει και το μάτι και το δόντι, τη στιγμή που η μια τα έδινε στην άλλη. Αν τα ήθελαν πίσω, θα έπρεπε να του δείξουν τον δρόμο. Αναγκαστικά, υπάκουσαν. Ο Περσέας έφτασε στις νύμφες και τις παρακάλεσε να του δώσουν την κυνή, την κίβιση και τα φτερωτά πέδιλα. Του τα έδωσαν. Πήρε και από τον Ερμή ένα ατσαλένιο δρεπάνι. Μετά, πέταξε ως την άκρη της γης. Βρήκε τις Γοργόνες να κοιμούνται.

Φόρεσε την κυνή, έβαλε τα πέδιλα, πήρε το δρεπάνι και την κίβιση και πλησίασε. Αυτός έβλεπε αλλά οι άλλοι δεν μπορούσαν να τον δουν. Και για να μην απολιθωθεί, κοίταζε την Μέδουσα μέσα από το καθρέφτισμά της στην ασπίδα του. Η Αθηνά οδήγησε το οπλισμένο χέρι του. Αποκεφάλισε την Γοργόνα και έχωσε το τρομερό κεφάλι μέσα στην κίβιση. Από το ακέφαλο σώμα της Μέδουσας ξεπήδησαν ο Χρυσάορας, προσωποποίηση της αστραπής, και το φτερωτό άλογο, ο Πήγασος, προσωποποίηση της βροντής. Οι αδελφές της ξύπνησαν από τον θόρυβο, είδαν το αποκεφαλισμένο σώμα κι άρχισαν να ψάχνουν να βρουν τον φονιά. Ο Περσέας όμως ήταν αόρατος. Κατάφερε να φύγει.

(τελευταία επεξεργασία, 9 Μαΐου 2021)

Επικοινωνήστε μαζί μας