Ο Οιδίποδας μεγάλωνε ευτυχισμένος στην Κόρινθο, μη ξέροντας ότι είναι θετό παιδί. Άλλοι όμως το ήξεραν. Σε ένα καβγά, κάποιος του το πέταξε κατάμουτρα. Ο Οιδίποδας πήγε στον βασιλιά Πόλυβο και στην βασίλισσα Μερόπη και τους ρώτησε. Αυτοί του τα μάσησαν. Έτσι κι αλλιώς, παιδί τους ήταν. Ο Οιδίποδας έμεινε με την αμφιβολία. Για να ξεδιαλύνει τα πράγματα, αποφάσισε να πάει στους Δελφούς, να ρωτήσει την Πυθία. Έφτασε στο μαντείο και ζήτησε να μάθει ποια ήταν η καταγωγή του. Και η Πυθία του τα μάσησε. Τον προειδοποίησε όμως να μη γυρίσει στην πατρίδα του, επειδή, αν το έπραττε, θα σκότωνε τον πατέρα του και θα παντρευόταν τη μητέρα του.
Πατρίδα του ο Οιδίποδας θεωρούσε την Κόρινθο. Πατέρα του τον Πόλυβο και μητέρα του την Μερόπη. Αποφάσισε να μην επιστρέψει στο σπίτι του και κατευθύνθηκε προς την Φωκίδα. Ο Λάιος ακολουθούσε αντίθετη πορεία. Είχε φύγει από την Θήβα με σκοπό να επισκεφτεί τους Δελφούς. Για να ρωτήσει πώς μπορούσε να απαλλαγεί από τη Σφίγγα που κατέστρεφε τον τόπο του κι έτρωγε τους ανθρώπους, κατά τη μια εκδοχή. Για να μάθει, αν τελικά είχε πεθάνει το μωρό που, όπως νόμιζε, ο βοσκός του είχε εγκαταλείψει στον Κιθαιρώνα, κατά μια άλλη. Η ξαφνική περιέργεια είχε προκληθεί από κάποιον εφιάλτη που είχε ταράξει τον ύπνο του. Οι δυο άντρες συναντήθηκαν σε ένα σταυροδρόμι. Ο Οιδίποδας ήταν μόνος του. Ο Λάιος είχε βασιλική ακολουθία που την αποτελούσαν ένας κήρυκας και τέσσερις άλλοι. Ο κήρυκας έσπευσε αγέρωχα να διατάξει τον Οιδίποδα να παραμερίσει. Ο Οιδίποδας όμως ήταν γιος βασιλιά. Αγνοούσε ότι και ο απέναντί του ήταν βασιλιάς. Αρνήθηκε να υπακούσει. Ο Λάιος διέταξε τον ηνίοχό του να προχωρήσει. Αυτός μαστίγωσε τα άλογα να τρέξουν. Καθώς αυτά χίμηξαν μπροστά, ο Οιδίποδας όρμησε και σκότωσε τον κήρυκα. Η μια ρόδα του άρματος στο οποίο βρισκόταν ο Λάιος πέρασε πάνω από το πόδι του Οιδίποδα ή ο ίδιος ο Λάιος χτύπησε τον ήρωα καθώς τον προσπερνούσε. Ο Οιδίποδας φρένιασε. Κινήθηκε εναντίον του βασιλιά. Οι τέσσερις συνοδοί του βγήκαν μπροστά. Ο Οιδίποδας δεν δυσκολεύτηκε να τους σκοτώσει εκτός από τον πιο ηλικιωμένο που προτίμησε να υποχωρήσει. Χωρίς φρουρούς, ο Λάιος έγινε εύκολη λεία. Ο Οιδίποδας τον σκότωσε.
Ο Οιδίποδας ζώστηκε το σπαθί του Λάιου, έθαψε τους νεκρούς και συνέχισε τον δρόμο του. Ούτε μια στιγμή δεν πέρασε από τον νου του ότι είχε σκοτώσει τον πατέρα του. Κατά τον Απολλόδωρο, τον Λάιο έθαψε ο βασιλιάς των Πλαταιών, Δαμασίστρατος. Κατά τον Παυσανία, η σορός του νεκρού μεταφέρθηκε στη Θήβα όπου και θάφτηκε. Στον καιρό του (2ος μ.Χ. αιώνας), έδειχναν τον τάφο του.
(τελευταία επεξεργασία, 22 Μαΐου 2021)